Κοντύτερα στον Κορινθιακό - την Αλκυονίδα - βρίσκονταν κάπου στη Ναύπακτο , αν λογιστούμε πως ο Θουκυδίδης - μιλώντας γιά του Δημοσθένη την πορεία - γράφει ότι, ο Στρατηγός , αποβιβάστηκε στη Λοκρική παραλία κι' αμέσως μπήκε σε ξένα χώματα , κερδίζοντας μάλιστα την ίδια μέρα και πόλη Αιτωλική , την Ποτειδάνεια .
Χαράζοντας έτσι , σίγουρο είναι πως το σύνορο έπεφτε στο Μόρνο , ανέβαινε μαζί του κι' έφτανε μέχρι το Στενό .
Γιά να φανεί , πρέπει εδώ να προσέξουμε , αφού - μ' αυτόν τον τρόπο - και των Οφιονέων θα βγή η χώρα .
Ακολουθώντας τα βήματα της Αθηναικής στρατιάς , βλέπουμε πως , αν κι' όλες οι κινήσεις παρουσιάζονται με λεπτομέρειες , πουθενά γιά πέρασμα ποταμού δεν γίνεται κουβέντα .
Γιατί ; Η αγνοούσε την ύπαρξη ο Θουκυδίδης η ο Δημοσθένης - πολεμώντας τους Αποδώτους και κυριεύοντας την Ποτειδάνια - Κροκύλειο - Τείχιο - δεν διάβηκε το Μόρνο .
Το πρώτο δεν πολυστέκει . Όσο νάναι , στη μικρή Ελλάδα , πέντε - δέκα έχουν το νερό του . Θα τον γνώριζε .
Πάλι και αν δεν είχε πάει , θάχε ακούσει . Και θα το μετέφερε έστω και σαν ελαφρυντικό γιά την πανωλεθρία πούπαθαν οι συμπατριώτες του , όπως στόλισε το γραφτό του μ' άλλα , που ήταν ψέματα .
Τότε ; Δεν τον πέρασε . Δεν χρειάστηκε . Οι Αποδώτοι , κλείνονταν κάτω απ' το ποτάμι .
Και εξηγιέται . Κυλώντας το κρύο βελουχοβιώτικο νερό , σέρνεται σε ψηλών βουνών τα πόδια , όπου - δεξιά ζερβά -λίγο καρπερό χώμα κι' ευθύς αμέσως σηκώνονται , μαχαίρια οι βράχοι .
Ύστερα το πλάτος του - μερικές μεριές - είναι μεγάλο , μ' αποτέλεσμα να στενεύει περισσότερο το φαγωμένο γόνιμο έδαφος , κι' ακόμα να κάνη δύσκολο στους απέναντι νάρθουν να καλλιεργήσουν εδώ - δίχως γιοφύρια - σε βάρος των άλλων που θάμεναν ξεροί κι άγονοι . ( Αν ήταν δυνατό να τους το επέτρεπαν !! ) .
Αυτό βοηθάει στο να γίνη παραδεκτό πως ο Μόρνος - σ'όλο του το κύλημα - χώριζε τους δυό αδελφούς λαούς , έχοντας απ' τη μιά τους Αποδώτους , κι' απ' την άλλη τους Οφιονείς .
Οι δεύτεροι , Αιτωλοί όπως ξανάπαμε , είχαν τρανύτερη έκταση .Από το Επαχτίτικο βουνό Βίγανη , μπαίναν στον Εύηνο - μέσα τα Κραβαροχώρια - στα γερσίματα του Κόρακα τέλειωναν , στης Αρτοτίνας κοντά τις άπλες .
Από το Μόρνο , αφήναν το Στενό , και όσο το Μέγα ποτάμι τραβάει , τ' ακολουθούσαν ίσα με τις πηγές του . Σιγά σιγά , γιά λόγους που άλλοτε θα δούμε , τούτοι ( οι Οφιονείς ) γίναν δυό " μοίρες " . Οι Καλλιείς και οι Βωμιείς .
Οι Καλλιείς νέμονταν το πιό γερό " μοιράδι " .
Απ' τον Κοκκινοπόταμο , ξαπλώνονταν μέχρι την Καστριώτισσα και τη Στρώμη - ότι στην Γκιώνα και τον Κόρακα βρίσκεται κλεισμένο - και τεντωμένοι , γύρναγαν κυκλικά προς την Ανατολή και μαζεύονταν στο Λιδωρίκι .
Στα νότια το Παραδεισόρεμα σημείωνε το τέλος τους , γιατί σ' αυτό συναντιώνταν με τους Λοκρούς Φυσκείς , πούχαν οχυρώσει το βαθύ φυσικό χώρισμα , αφού και στη σημερινή Πεντάπολη και στη θέση Αλατζά - προς τη Σκαλούλα - βρέθηκαν Λοκρικές επιγραφές και Τάφοι .
Των άλλων , των Βωμιέων , μοναχή της χαράζεται η γη και δεν χρειάζεται πολλά .
Φωλιάζοντας στον Κόρακα - απ' τον Κοκκινοπόταμο - και πάνω , μπαίναν και στης σημερινής Ναυπακτίας τα μέρη και στης Υπάτης τα γύρω , στον Μαλιακό κόλπο , κατά τον Θουκυδίδη .
Το παραπάνω άρθρο του Γιώργου Καψάλη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα " ΒΡΑΔΥΝΗ " στο φύλλο της 6ης Φεβρουαρίου 1967 .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου