Εκατό χρόνια μετά το πάρσιμο του φρουρίου της Ακροκορίνθου , από το Λέοντα το Σγουρό, οι Φράγκοι γιόρταζαν στην Κόρινθο με μεγάλη τελετή αυτή την επέτειο. Οι ευγενείς έκαναν ιππικούς αγώνες κάτω από τα ερωτικά βλέμματα των γυναικών. Νικητές στους αγώνες αυτούς ξεχώρισαν δύο: Ο Ελληνογάλλος δούκας των Αθηνών Γουίδος –μόλις 20 χρόνων- και ο Νορμανδός Μπουσάρ, φημισμένος καβαλάρης και οπλομάχος.
Εκείνη την ημέρα, κάλεσε σε μονομαχία ο «μπάιλος» του Μορέα, Νικόλας ντε Σαιντομέρ, τον παλατίνο της Κεφαλληνίας Ιωάννη, που φοβήθηκε τη δύναμη του αντίπαλού του κι αρνήθηκε να χτυπηθεί, με την πρόφαση ότι το άλογό του ήταν αγύμναστο. Αλλά ο Μπουσάρ τον ντρόπιασε μπροστά σε όλους, γιατί ανέβηκε πάνω σ’ αυτό το ίδιο άλογο κι έκανε τόσα γυμνάσματα, ώστε να κινήσει το θαυμασμό των θεατών. Ύστερα, καλπάζοντας γύρω από την κονίστρα, φώναξε δυνατά: «Να το άλογο που μας παρέστησαν για αγύμναστο».
Αυτό, βέβαια, ήταν αρκετό, για να ξυπνήσει το θανάσιμο μίσος του Ιωάννη, ο οποίος έστειλε κρυφά έναν υπηρέτη του, για ν’ αλλάξει τα δύο ξίφη του Μπουσάρ με δύο πανομοιότυπα ξύλινα, αυτά, δηλαδή, που τα είχαν, για να γυμνάζονται οι αρχάριοι. Τα ξύλινα αυτά ξίφη ονομάζονταν «μπαστέν» και οι Έλληνες τα έλεγαν «μπαστούνια».
Όταν ο υπηρέτης κατάφερε να τ’ αλλάξει, ο Ιωάννης κάλεσε τον Μπουσάρ αμέσως με μονομαχία. Ανύποπτος εκείνος, τράβηξε το πρώτο ξίφος του και το βρήκε ξύλινο. Τραβά και το δεύτερο κι αυτό «μπαστούνι». Και τα δύο τα βρήκε «μπαστούνια». Ο Ιωάννης κατόρθωσε τότε να τον τραυματίσει θανάσιμα στο στήθος. Από τότε έμεινε η φράση «τα βρήκε μπαστούνια» –που δεν έχει καμιά σχέση με τα τραπουλόχαρτα- και που τη λέμε για εκείνους που βρίσκουν εμπόδια στις δουλειές τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου