ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΕΣ ΛΙΔΟΡΙΚΙΩΤΙΚΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ...
Πλησιάζουν τα Χριστούγεννα , ας γυρίσουμε λίγο στα παλιά και ας δούμε όμως πως ..ένοιωθε , και πως περιγράφει τις προπολεμικές Χριστουγεννιάτικες " γιορτάδες " , ο αξέχαστος Λιδορικιώτης , και αγαπημένος φίλος , Αλέκος Κωστάκης , ο ...Καφτανιαλέκος μας ...το κομμάτι δημοσιεύτηκε στο " ΛΙΔΩΡΙΚΙ " του Γιώργου Καψάλη , αριθ.φύλλου 12 , το Νοέμβριο 1982
.
Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Υ Γ Ε Ν Ν Α ..Μ Ε ..Χ Ο Ι Ρ Ι Ν Ο ..Κ Α Ι ..
" Κ Ο Ρ Ω Ν Α - Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Α "...
" Δεν ξέρω αν εμείς οι παλιότεροι Λιδωρικιώτες είμαστε αθεράπευτα ρομαντικοί κι' όλα τα περασμένα , συγκρίνοντάς τα με τα σημερινά , τα βλέπουμε πάντα καλύτερα και ..ποιητικότερα .
Ίσως η " φευγάτη νιότη μας ' , ίσως τ' απόσκια της ζωής , που ήδη γέρνουν στην αυλή μας ( μ' όλα τα σύνδρομά τους , π' ανάθεμά τα ) να μας κάνουν να βλέπουμε με μάτι νοσταλγικό τα περασμένα και ιδιαίτερα ετούτες τις άγιες μέρες της χριστιανοσύνης .
Κι' η έρμη και χιλιοδαρμένη ψυχή βυθίζεται στο πέλαγος των αναμνήσεων και γεμίζει από μιά ανάλαφρη και γλυκόπικρη νοσταλγική θλίψη καθώς αναθυμάται : Τότε που όλοι - μικροί μεγάλοι - περίμεναν με πραγματική λαχτάρα κι' ένταση ψυχής τα Χριστούγεννα . Όχι τυπικά κι' από συνήθεια , όπως γίνεται σήμερα , που οι περισσότεροι τα βλέπουν σαν διακοπές και τίποτε περισσότερο . Δεν υπάρχει πλέον εκείνη η ..μυστηριακή οικογενειακή ατμόσφαιρα , που συγκέντρωνε στο τραπ'εζι της " φαμελιάς " - όπως λέει κι' ο Παλαμάς - όλους , ακόμα κι' εκείνους που βρίσκονταν στα πέρατα της γης , που πάσχιζαν κι' έκαναν τ' αδύνατα δυνατά να βρεθούν ο ένας κοντά στον άλλο , κάτω απ' το βλέμμα και τη σκιά των " εφέστιων " θεών .
Τώρα , όλοι σκορπάνε σαν του " λαγού τα παιδιά " , άλλοι ..ρεβεγιονάρουν στη ρόδο , άλλοι γιορτάζουν - αν υποθέσουμε πως γιορτάζουν - στας ..Ευρώπας η κάνοντας σκι στις όμορφες χώρες με οργανωμένα ταξίδια κι' έτσι το " μάγο της Βηθλεέμ αστέρι " με το μυστηριακό του φως , έχει αντικατασταθεί με τα εκτυφλωτικά φώτα των κοσμοπολίτικων κέντρων , εσωτερικού και εξωτερικού .
Από τ' Άη Φιλίππου και δώθε , άρχιζε η νηστεία , κι' όσο ζύγωναν οι μέρες ως τα Χριστούγεννα , τα πάντα βρόσκονταν σ' εγρήγορση , Οι ξενητεμένοι έστελναν τα τσέκια τους και τις επιταγές τους η όριζαν πότε θα 'ρχονταν στο χωριό . Οι νοικοκυράδες ασπρίζανε και συγυρίζανε τα σπίτια , οι άντρες έκαναν κουμάντο γιά τα " χρειαζούμενα " και τα παιδιά κλείνανε την παρέα τους γιά τα κάλαντα κι ετοίμαζαν τις χάλκινες " στριφτάρες " τους γιά το στριφτό . (Ήταν χάλκινα νομίσματα , Ελληνικά , του Όθωνα , του Γεωργίου του Α' , Ουγγαρέζικα , Ιταλικά ( ..μούσες , απ' το μούσι του Βίκτωρα Εμμανουήλ ) και.." αργεντινούσες " . Τις λιμάριζαν γιά να ..φέρνουν πάντα κορώνα , κι όχι " τσέλι " , δηλαδή γραμματσέλι , που έχανες αν έφερνες .
Χαράματα της παραμονής , τα παιδιά δυό-δυό , η και περισσότερα , ξεχύνονταν από πόρτα σε πόρτα , γιά τα΄κάλαντα . Τα 'λεγαν " καλήμερα " , από ένα βιβλιαράκι της δραχμής , που τ' αγόραζαν από τον Μπήλιο κι είχε μέσα τα κάλαντα απ' όλη την Ελλάδα . Δεν έλεγαν τα γνωστά " καλήν εσπέραν άρχοντες κλπ " , αλλά τα ποιμενικά , τα τσοπάνικα " Χριστούγεννα - πρωτούγεννα " .
Κι αυτά , βέβαια , φάλτσα , ξερά , χωρίς τη συνοδεία μουσικών οργάνων , καραβιών κλπ , και στα γρήγορα , γιά να προλάβουν όλα τα σπίτια , ιδίως τα " πλουσιόσπιτα ". Και τα πενηνταράκια έπεφταν και που και που και κάνα..φραγκοδίφραγκο .
Γιά την ιστορία , ο πρώτος που χρησιμοποίησε έγχρωμο καραβάκι ήταν ο Γ.Καραχάλιος ( Φιλόσοφος ) , κι' ένας ψαράς , ο μπάρμπα Γιάννης , ο ξυπόλυτος , που όταν φώναζε ακουγόταν ως την Πενταγιού , και που κανένας ποτέ δεν έμαθε την καταγωγή του , ούτε και ποιό ..καράβι τον άδειασε στο Λιδορίκι . Κι' όπως 'ηρθε , το ίδιο κι' έφυγε , " μονάτος " και μυστηριώδης ψαράς , ομπρελάς , καρεκλάς , κλουβάς , πολυτεχνίτης κι' ερμοσπίτης , που λένε .
Κάποτε δυό χωριανοί μας - πολύ παλιότεροι από μένα -ήταν φαίνεται κουμπούρες στα γράμματα και , θέλοντας να πρωτοτυπήσουν , αποφάσισαν να πουν τα συριανά απ' το βιβλιαράκι . Κι ενώ εμείς , σύμφωνα με τα δικά μας κάλαντα , ζητούσαμε γιά πληρωμή μας " ένα ζευγάρι κότες " , αυτοί -κατά το βιβλίο - ζητούσαν " ισπανικά και γαλλικά , βενέτικα ..φλωρία ! ". Αλλά αντί να διαβάζουν σωστά , διάβαζαν " σπανίκα λαι..γαλίκα ", μ' αποτέλεσμα να μείνει η γαλλίκα ( μεγάλο κοφίνι ) σαν παρατσούκλη του ενός .
Το προιόν των καλάντων , 5-10 δραχμές - θησαυρός γιά τα παιδιά εκείνης της εποχής - ξοδευόταν σε κοκοτάκια από το Ζήσιμο , σε καραμούζες , μπαλόνια , γλυκά , κόλλες αεροστάτου και στο στριφτό στ' αλώνια . Κι' άκουγες φωνές : " Τσέλι κι άλλοοοοο ", " ρίξτες φρούζες ρε , αλλοιώς κομμένες " , " κορόνα κι' άλλη ". Και τα πενηνταράκια άλλαζαν , ως το βράδυ , συνέχεια χέρια , και ο Ψαλάς , τ' Αρπάλη , του Κανδρή και του Ζώη τ' αλώνια γνώριζαν δόξες από το παιδομάνι .
Την παραμονή ακόμα , όλοι - όσοι είχαν - έσφαζαν το γουρούνι ( του...γρούν' τ'ς ) . Τα περισσότερα σπίτια έτρεφαν από ένα , που τ' αγόραζαν μικρά π' τους Πενταορίτες , το Μάρτη συνήθως . Ήταν τα λεγόμενα .." σγατζογούρουνα " , που δε σήκωναν βάρος , όπως τα μπουλντόγκ , και σπάνια ξεπερνούσαν τις 100 οκάδες , τα τάιζαν μ' ό,τι περίσσευε - αν υποτεθεί ότι περίσσευε - απ' το τραπέζι , με πίτουρα , λιοκόκι , σαπιοκαλάμποκο , βελάγκι , σαπιοκολόκυθα , κ.α .τέτοια , μα η καλύτερη τροφή τους ήταν το αίμα .
Τότες , όλοι οι χασάπηδες , είχαν το..σφαγείο τους έξω απ' το...μαγαζί τους . Δεν υπήρχε τουρισμός και ..τέτοια , σφάζανε το ζώο εκεί μπροστά , να βλέπει ο κόσμος , κι' είχαν μιά σκαφούλα να μαζεύει το αίμα . Το αίμα αυτό , πάγωνε , έπηζε κι΄' ήταν σα συκώτι . Πετούσαν μέσα σ' αυτό και τ' άχρηστο..κωλάντερο - λιχουδιά γιά το θρεφτάρι γουρούνι - κι οι διάφοροι .. " χοιροτρόφοι " το 'παιρναν με ντενεκέδες , ακι τάιζαν τα γουρούνια τους .
Κατά τις 9 με 10 το πρωί , άρχιζε η ομαδική σφαγή των χοίρων και γινόταν ..χαλασμός , απ' τα γουίσματά τους . Ειδικοί σφάχτες γύριζαν , από σπίτι σε σπίτι , γιά τη σφαγή , που δεν ήταν και εύκολη δουλειά . Γινόταν ως επί το πλείστον , με μακριά ξιφολόγχη - καλύτερη γι' αυτή τη δουλειά ήταν η Βουλγάρικη - γιατί , λόγω του λίπους το συνηθισμένο μαχαίρι , δεν έφτανε εύκολα ως την καρδιά του ζώου . Μετά τη σφαγή του ζώου , η νοικοκυρά έβαζε στο στόμα του σφαγμένου ζώου , ένα λεμόνι και δίπλα έκαιγαν , πάνω σ' ένα κεραμίδι με κάρβουνα λίγο λιβάνι . Αυτό , πιστεύω , ότι κρατάει κατευθείαν απ' την ειδολολατρική αρχαιότητα και δείχνει την αδιάσπαστη ενότητα της φυλής μας .
Προπολεμικό Λιδορίκι , φωτογραφία βγαλμένη κάπου απ' το νεκροταφείο ..
Απ' το γουρούνι δεν πετούσαν τίποτα . Το κρέας , γινόταν " σύγλινο " και λουκάνικα μυρωδάτα , το λίπος , ίσα με δυό τενεκέδες , τρωγόταν όλο το χρόνο ( ακόμα και τα κατάλοιπά του ) , οι " τσιγαρήθρες " τρώγονταν ωμές η έμπαιναν στον τραχανά , τα εντόσθιά του , γίνονταν πεντανόστιμες " ματιές " στη γάστρα , και το δέρμα του , " γουρνοτσάρουχα ". Ακόμα κι΄η " κατουρήθρα " του , γινόταν καπνοσακούλα η μπάλα γιά τα παιδιά ! Πόσα λοιπόν δεν έδινε το φουκαριάρικο το γουρούνι τότε στη φτώχεια ! Και πόσες τρύπες δεν βούλωνε...
Ανήμερα , όλοι , με την πρώτη καμπάνα , μέσα στα βαθιά μεσάνυχτα , τραβούσαν γιά την εκκλησία , άκουγαν μ' αληθινή κατάνυξη τη θεία λειτουργία , και γυρίζοντας στα σπίτια , στρώνονταν στο φαγοπότι , πλούσιοι και φτωχοί . Όσοι είχαν γουρούνι έδιναν λίγο κρέας και στους φτωχούς που δεν είχαν . Κι' αυτό το γράφω υπεύθυνα : ποτέ δεν άφησαν οι " έχοντες " Λιδορικιώτες τους φτωχούς του χωριού χωρίς κρέας . Ναι , υπήρχε αλληλεγγύη . Θυμάμαι , το 1940 , που η νεολαία του χωριού μας , μάζεψε 2 μεγάλα κοφίνια κρέας , χριστόψωμα , τυριά , αυγά και τσιγάρα γιά 100 Ιταλούς αιχμαλώτους , που τους είχαν φέρει στο σχολείο , να μη τους αφήσουμε - χρονιάρα μέρα - έστω κι' αν ήταν εχθροί μας .
Και το " Χριστουγεννιάτικο της φαμελιάς τραπέζι " στρωνόταν πλούσιο . Όλη η φαμελιά συγκεντρωμένη , περίμενε τον γεροντότερο να κάνει την αρχή . Έπαιρνε εκείνος το Χριστόψωμο , που 'χε πάνω του κεντημένο ένα σταυρό και γύρω-γύρω στρογγυλά εξογκώματα , τα λεγόμενα " αρνάκια " , γύριζε προς τα εικονίσματα , έκανε το σταυρό του , έβαζε το ψωμί πάνω στο κεφάλι του και το πίεζε να κοπεί στα δύο . Αν η δεξιά μεριά κοβόταν μεγαλύτερη , σήμαινε πως θα 'χουμε πολύ στάρι , αν η αριστερή , θα 'χαμε καλαμπόκι . Ύστερα μ' ευχές και..γλυκοκουβεντιάσματα το 'ριχναν όλοι στο φαγητό , αγαπημένοι , αδελφωμένοι και μονοιασμένοι ...
Τ' απόγευμα , βούιζαν όλα τα σπίτια κι' όλα τα σοκάκια από φωνές και τραγούδια . Τραγουδούσε τότε ο κόσμος . Στις 12 ταβέρνες του χωριού , με στιφτόκρασο , έστω , το.." γαργάριζαν " , ο Κλωσσοκώστας , ο Τάλτας , ο Διονονίκος , ο Θανάσος , ο Φουσκονίκος και χόρευε ο Κοντορός την ιτιά στα χοντρά και πήδαγαν ο Καναβούλας με τον Ελλάδα " κι' όξω...φτώχεια.." Κι' ο Λουτζιρούμης (...Μουτζουρούμ'ς ) Ιωάν. Κοκκαλιάς με το Λύτρα - λαούτο και κλαρίνο - τράβαγαν τις φάλτσες νότες τους στις ταβέρνες κι' αναγάλλιαζε το χωριό .
Ένοιωθες τη γιορτή , ένοιωθες χαρά , ένοιωθες ευφροσύνη..Έφευγαν , αποδιωγμένες μακρυά , οι σκοτούρες κι' η φτώχεια η μαγκούφα . Και τα παιδιά χαίρονταν , παρόλο που δεν ξέρανε τι θα πει δώρο , κι' ούτε ποτέ το 'χαν δει ποτέ στη ζωή τους . ( Ένα ζευγάρι κάλτσες , καινούργιες , ήταν το ..ετήσιο δώρο μου , απ' το μαγαζί μας , και το χαιρόμουνα , λες και μου χάριζαν τον ουρανό με τ' άστρα . Κι' εγώ ήμουν - ας πούμε - κάπως..πλουσιόπαιδο , αν συγκρινόμουν με πολλά άλλα παιδιά του χωριού ).
Διάχυτη και.." περιρρέουσα " ήταν η γιορταστική αίσθηση σ' όλο το χωριό , έστω και χωρίς Χριστουγεννιάτικα δέντρα , γκυ και ου , γαλλοπούλες , χαλκομανίες , και πολύχρωμες χάρτινες ευρωπαικο..αμερικάνικες ψευτοκουρελαρίες ..Και τ' απογεύματα , που συναντιόνταν οι ξενητεμένοι στα καφενεία και τα 'λεγαν όλοι μαζί , ένοιωθες να μεγαλώνουν το συγγενικό αίσθημα , η φιλία , η αγάπη , η αδελφότητα .
Ένοιωθες πως κάτι όμορφο , κάτι υψηλό και κάτι βαθύ έδενε τις μέρες αυτές όλους τους χωριανούς , και τους έκανε πιό ωραίους , πιό καλούς , πιό ήμερους . Η αίσθηση του θεσμού της " φαμελιάς " γινόταν πιό έντονη , έριχνε ρίζες βαθιές , μέσα στην ψυχή και την έδενε μυστηριακά , σφιχτά και άλυτα με την παράδοση , την παλιά Λιδορικιώτικη παράδοση , που , ευτυχώς , και παρ' όλες τις.." καινές δοξασίες " , κρατάει ακόμα , στο πείσμα του μοντερνισμού , τη δύναμή της και κάνει το χωριό μας να ξεχωρίζει ανάμεσα στ' άλλα...
Και τι δε..θα 'δινα να ξαναζούσα εκείνες τις στιγμές !
Αυτή ήταν η Χριστουγεννιάτικη ...ανάμνηση του αλησμόνητου χωριανού και φίλου Αλέκου Κωστάκη , που δημοσιεύτηκε στο " ΛΙΔΩΡΙΚΙ " φύλλο 12 , Νοεμβρίου 1982 , πραγματική...αξονική τομογραφία , της παλιάς , ονειρεμένης και...νοσταλγικής Λιδορικιώτικης ζωής , της οποίας ο αξέχαστος ..Καφτανιαλέκος , ήταν..αρρωστημένα παθιασμένος..νοσταλγός...
Αρχές δεκαετίας του '50 , η φωτογραφία είναι παρμένη , απ' το Γυφτομαχαλά , το καινούριο Γυμνάσιό μας ακόμα δεν έχει γίνει...και τα σημάδια του..καψίματος , υπάρχουν ακόμα , πάνω δε , στην ταράτσα της παλιάς “ Αστυνομίας “ , στο Καψαλαίϊκο , άμα καλο..προσέξετε , υπάρχουν ακόμα τα..οχειρωματικά..έργα , προστατευτικός τοίχος και..πολυβολείο..
Καλό σας ξημέρωμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου